Περπατας ωρες αμετρητες μα δε σε νοιαζει.
Βλεπεις που περπατας και σου φαινεται σωστο.
Δεν εχεις μαζι σου.
Ουτε καμερα, ουτε καμβαδες, ουτε γραφη, ουτε οργανο να φτιαξεις μουσικη.Δεν εχεις τιποτα απ'αλλου φερμενο που να μπορει να υπαρξει εδω.
Ολα ειναι ετοιμα καθε στιγμη.
Απο μακρυα βλεπεις, συζητας για τη μορφολογια του εδαφους με τους πιο ειδικους απο μεσα σου.
Δικαιολογεις το βημα σου με ολα αυτα που βλεπεις.
Φανταζεσαι, θυμασαι και ξεχνας για λιγο.
Αφηνεις τη σκεψη που και που και νιωθεις την ατμοσφαιρα για να δουλεψει το ενστικτο.
Βαζεις στοχο λιγα μετρα ακομα μεχρι τη καβατζα που εχεις εντοπισει.
Ξεφορτωνεις και καθεσαι.
Αφηνεις την ανασα σου να παρει το κολαι και το σωμα σου
αρχιζει να μεταβαλει τη θερμοκρασια του στο φυσικο δροσισμα του μερους.
Ξεκουραζεσαι.
Επαναφερεις αμυδρα τη διαδρομη που εκανες και διαλεγεις να θυμασαι
τα καλυτερα τοπια για να ξεγελασεις μετα τη μνημη.
Τη μαθαμε πλεον κι αυτη.
Περναει η ωρα και αρχιζει να αλλαζει το σχημα τ'ουρανου.
Οι σκιες μικραινουν, οι ηχοι ακολουθουν στο βαθος.
Τα ματια σου προσαρμοζονται και βλεπεις καλυτερα.
Κοιτας τα ξυπολητα ποδια σου φθαρμενα που 'ναι.
Τα χερια σου στη θνησιμοτητα τους απο την επαφη με τη φυση τους.
Εμαθες να υπαρχεις κι ετσι.
Σαν λυκος για τους ανθρωπους.
Κι ανθρωπος για τους λυκους.
Κατω απ'το φεγγαρι πολλοι μπερδευονται.
Με μια ανασα γραπωνεις τη στιγμη και στο χιλιοστο του ηχου
αφηνεις πλασματακια των μυθων να υπαρξουν βιαστικα.
Ζητας συγνωμη απ τη γη που την εμποτισες με τις ακαρπες ριζες σου και
ξεριζωνοντας το κορμι σου απο χαμω, γελας, με την λιγοστη ευφυΐα που καρπωθηκες.
Απομακρυνεσαι σαν μια πινελια κατω απο αλλες.
Απομακρυνεσαι μικραινοντας τη σκια σου.
Καποτε ησουν σ'ενα εδω.
Κι αυτο το εδω το λατρεψες.
Βλεπεις που περπατας και σου φαινεται σωστο.
Δεν εχεις μαζι σου.
Ουτε καμερα, ουτε καμβαδες, ουτε γραφη, ουτε οργανο να φτιαξεις μουσικη.Δεν εχεις τιποτα απ'αλλου φερμενο που να μπορει να υπαρξει εδω.
Ολα ειναι ετοιμα καθε στιγμη.
Απο μακρυα βλεπεις, συζητας για τη μορφολογια του εδαφους με τους πιο ειδικους απο μεσα σου.
Δικαιολογεις το βημα σου με ολα αυτα που βλεπεις.
Φανταζεσαι, θυμασαι και ξεχνας για λιγο.
Αφηνεις τη σκεψη που και που και νιωθεις την ατμοσφαιρα για να δουλεψει το ενστικτο.
Βαζεις στοχο λιγα μετρα ακομα μεχρι τη καβατζα που εχεις εντοπισει.
Ξεφορτωνεις και καθεσαι.
Αφηνεις την ανασα σου να παρει το κολαι και το σωμα σου
αρχιζει να μεταβαλει τη θερμοκρασια του στο φυσικο δροσισμα του μερους.
Ξεκουραζεσαι.
Επαναφερεις αμυδρα τη διαδρομη που εκανες και διαλεγεις να θυμασαι
τα καλυτερα τοπια για να ξεγελασεις μετα τη μνημη.
Τη μαθαμε πλεον κι αυτη.
Περναει η ωρα και αρχιζει να αλλαζει το σχημα τ'ουρανου.
Οι σκιες μικραινουν, οι ηχοι ακολουθουν στο βαθος.
Τα ματια σου προσαρμοζονται και βλεπεις καλυτερα.
Κοιτας τα ξυπολητα ποδια σου φθαρμενα που 'ναι.
Τα χερια σου στη θνησιμοτητα τους απο την επαφη με τη φυση τους.
Εμαθες να υπαρχεις κι ετσι.
Σαν λυκος για τους ανθρωπους.
Κι ανθρωπος για τους λυκους.
Κατω απ'το φεγγαρι πολλοι μπερδευονται.
Με μια ανασα γραπωνεις τη στιγμη και στο χιλιοστο του ηχου
αφηνεις πλασματακια των μυθων να υπαρξουν βιαστικα.
Ζητας συγνωμη απ τη γη που την εμποτισες με τις ακαρπες ριζες σου και
ξεριζωνοντας το κορμι σου απο χαμω, γελας, με την λιγοστη ευφυΐα που καρπωθηκες.
Απομακρυνεσαι σαν μια πινελια κατω απο αλλες.
Απομακρυνεσαι μικραινοντας τη σκια σου.
Καποτε ησουν σ'ενα εδω.
Κι αυτο το εδω το λατρεψες.
Comments
Post a Comment