Skip to main content

steady

Steady. 
You feel kind of steel that you are made of, moments like this. 
Cause you know wrong.
You have been mashed and chewed and spit and only shape can exist from where you come. 
It is abandanment. It is a blurry sight of importance. 
These eyes as your eyes may say, keep turning in and out. Like an engine's eternal fate. 
So, leave the coat hanging and spare a quote that night. 
With spray vandalise the wall that keeps us strangers. 
Shout until your last note crawls over your tongue's disgusting surface and feel, feel the heat.
The heat that scratches your mortal chest. 
Inhale as you bring life and smoothness along your self. 
Cause it's in the ride's favour to lift you and drop you everywhere you fear.
So, steady as I said, you keep your thoughts unbalanced and with a smile up to your ears, you gesture, admitting your agreement.
In coma. Nanoseconds. And let your fantasy to grow more.
Apart from dramas I wonder if you're flowerish these days.
If lately you run out and jump onto your magic carpet and fly in numerous directions and heights or you...so... wake up in vain laying on your kitchen's oily floor with pieces of red skin onion adding to what is real.
Your carpet of course is not a carpet any more. And surely not magic.
You have been searching and that is what you found. 
So dig no more to where you step, I say.
And leave in peace the time you recruited your arms to hold this inert head.
This act is no more needed.
You shall pass in flow and madness and through our sights you will flash.
With steelness armored, shaped, from where you come.
You bow and you applause. You clever. We, the astonished.


Comments

Popular posts from this blog

"Κακός είναι ο άνθρωπος που του αρέσει να ντροπιάζει τους άλλους." Friedrich Wilhelm Nietzsche

αυτο κατα μια εννοια, ντροπιαζει αυτους που το διαβαζουν και εχουν συναισθηση του πότε μπορει να ντροπιασαν καποιους στη ζωη τους. ο ιδιος ο Νιτσε δηλαδη, μας μεταφερει νοητικα στην ουσια της παθησης αυτης. κανενας δεν μπορει να ντροπιαστει απο καποιον, εαν δεν ντρεπεται ηδη σε ενα βαθμο ο ιδιος. κανενας δεν ειναι κακος ανθρωπος για το συνολο εαν δεν ειναι πρωτα για τον εαυτο του. αλλα αυτος που αρεσκεται στο να θυμιζει σε αλλους αυτο που θελει να ξεχναει ο ιδιος (ντροπη) , ειναι χαμενος στο διαστημα και καλη του τυχη. η ντροπη ειναι τοξικο συναισθημα που το συραμε μεχρι σημερα κατω απο τις φουστες του ασυνορου ελευθεριακου ερωτα και μεσα απο την αδιαφορη αλληλεγγυη που γενναει το εγωϊστικο κερδος και η προσωπικη ανασφαλεια.

Προθεση: κατασταση παθους και σκοπου.

Καπου εγραφε, "ακολουθησε το παθος σου και θα σε οδηγησει στο σκοπο σου". Το παθος. Ο πολυποθητος σκοπος. Μερικες φορες δεν σε φτανει το παθος εκει που θες. Κι απο το παθος ως το σκοπο μεσολαβει μια γεφυρα. Ομως αυτη χανεται στην ομιχλη, υπονοωντας ενα μυστικισμο και μια περιεργεια. Φτανουν αυτα λοιπον για να εχεις ενα σκοπο? Στις μερες που ζουμε, υστερες της μεταποδομησης, καθε τι μυστηριο, περιεργο και γοητευτικο καταληγει να γινεται αντιληπτο με εναν αντιφατικο και απομυθοποιητικο ερεθισμο. Η λογικη της όποιας ουσιαστικοτητας ενος σκοπου ειναι η λογικη του καθ' αυτη. Ισως θελουμε να βλεπουμε τους εαυτους μας ως οδηγους, ως χειριστες, μα τιποτα απο αυτα δεν κουβαλαει απαραιτητα την ουσια του σκοπου παρα μοναχα τη προβολη μας. Δεν υπαρχει σκοπος μου γιατι δεν υπαρχει εαυτος ουτε εγω. Υπαρχουν ομως σχεσεις συντονισμενες. Ο σκοπος ειναι εκει, αναμεσα στις χορδες των πιθανοτητων, ενωμενο και διαιρετο. Η αντιληψη ειναι ισως αυτη που μπορει να τμηθει με τη συχνο...

Περασμα απ'τα ακρονειρο.

Φυσαει. Ολο και κατι θα κουνιεται μεσα στο πληθος των Καβειρων. Τελειωνει το επιπεδο και συνεχιζει η κλιση. Ωθεισαι, το διχως αλλο. Πιο κατω. Μας περιμενει η βουη των πραξεων. Αναμεσα απο σκεψεις και αναλυσεις. Εντοιχισμενα μεσ' στο πορισμα. Ευτυχισμενα μεσ' στο χωρισμα. Λαλια που, στο στομα σου μενει η αρχη της. Στα ακροδοντια σου η πρωτη συλλαβη της. Λες και η γναθος γνωρισε την ηθικη σου ταξη. Δονητικα. Και μ'ενα ψυχος αδειο να σε δροσιζει η μαστιγια της Αλυκτως. Κι εσυ να κοιτας. Εκει.  Πιο κατω. Που εντοπιζεις την Εκατη στα στενα σκοταδια. Κι εκεινη σταζει σαν τη Πανδωρα, μεγαλεπιβολα σημαδια του ερωτα. Με το κουτι. Με το κουτι πλαγιαζεις, παιδικε μου φιλε. Εσυ θνητε. Και ο Ερμης γελαει, που την ελπιδα στριμωξε στο τριτο ματι σου.  Πουστικα. Και τον κοζαρεις με αυτο καθως κυλας. Πιο κατω. Στα χαλκινα τειχη. Στην ομορφια που χανει οσο κι αν παιζει. Εκει που αφηνει ο συνειρμος σου ολα τα μποσικα. Και η μορφη σου δεν εχει σημασια.  Για εννια μερε...